ΟΡΙΣΜΟΣ  (ASHA, 2004)

Διγλωσσία ορίζεται συνήθως ως η χρήση δύο τουλάχιστον γλωσσών από ένα άτομο σύμφωνα με την American Speech-Language-Hearing Association.(ASHA, 2004)

ΤΑ ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑΤΑ ΕΝΟΣ ΔΙΓΛΩΣΣΟΥ ΜΥΑΛΟΥ

ΕΙΔΗ ΔΙΓΛΩΣΣΙΑΣ

Ανάλογα με την ηλικία κατάκτησης των δύο γλωσσών διακρίνουμε ανάμεσα σε:

  • Παιδική διγλωσσία (πρώιμη)
  • Εφηβική διγλωσσία, διγλωσσία ενηλίκων (όψιμη)

ΕΙΔΗ ΠΑΙΔΙΚΗΣ ΔΙΓΛΩΣΣΙΑΣ

Ανάλογα με τη σειρά κατάκτησης των δύο γλωσσών διακρίνουμε ανάμεσα σε:

  • Ταυτόχρονη διγλωσσία ( Γ1: Μητρική Γλώσσα / Γ2:  Άλλη Γλώσσα)

 Και οι δύο γλώσσες κατακτούνται  παράλληλα και αυτό μπορεί να συμβεί μέχρι την ηλικία των  5-7 ετών

  • Διαδοχική διγλωσσία (Γ1, Γ2)

Το παιδί εκτίθεται σε μια Γ2 μετά την ηλικία των 5 ετών  

ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΗ ΔΙΓΛΩΣΣΙΑ

H ταυτόχρονη διγλωσσία εμφανίζεται όταν ένα μικρό παιδί έχει σημαντική και ουσιαστική έκθεση σε δύο γλώσσες από την γέννηση του.  (Barry McLaughlin)

Χαρακτηριστικό της διγλωσσίας αυτής είναι ότι συνήθως δεν υπάρχει διαχωρισμός μεταξύ μητρικής και δεύτερης γλώσσας.  Το παιδί αναπτύσσει ταυτόχρονα δύο γλωσσικούς κώδικες για ένα σύνολο εννοιών καθώς επεξεργάζεται το περιβάλλον του ενώ υπάρχει συμμετοχή και των 2 ημισφαιρίων, του λογικού και συναισθηματικού.Το άτομο αυτό δηλαδή έχει δύο πρώτες γλώσσες, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι κατέχει απαραίτητα και τις δύο γλώσσες το ίδιο καλά.

 ΔΙΑΔΟΧΙΚΗ ΔΙΓΛΩΣΣΙΑ 

Η διαδοχική διγλωσσία εμφανίζεται όταν ένα άτομο έχει σημαντική και ουσιαστική έκθεση σε μια δεύτερη γλώσσα, συνήθως μετά την ηλικία των 5 ετών και μετά την καθιέρωση της πρώτης γλώσσας.

Τα άτομα αυτά αναφέρονται ως “μαθητές ξένης γλώσσας” στα σχολεία των ΗΠΑ. Όπως παρατηρούν οι γλωσσολόγοι η εκμάθηση της Γ2 σε αυτή την περίπτωση δεν γίνεται με αυτοματοποιημένες διαδικασίες και οι δύο γλώσσες εναλλάσσονται σκόπιμα ή μη. Η Γ2 μαθαίνεται μέσω της λογικής, δηλαδή σε συνάρτηση με την μητρική γλώσσα.

ΔΙΓΛΩΣΣΙΑ- ΠΛΕΟΝΕΚΤΗΜΑ ή ΜΕΙΟΝΕΚΤΗΜΑ;

Υπάρχει μια διάχυτη εντύπωση, ιδίως μεταξύ των μονόγλωσσων ομιλητών, ότι η διγλωσσία, ενώ αποτελεί πλεονέκτημα για τους ενήλικες, είναι μαθησιακό μειονέκτημα για τα παιδιά.Η άποψη αυτή συνδέεται με μια ξεπερασμένη θεωρία ότι η διγλωσσία οδηγεί τα δίγλωσσα παιδιά σε σύγχυση.

 Μέχρι περίπου τη δεκαετία του 1960 υπήρχε η άποψη ότι οι δίγλωσσοι ομιλητές υστερούν μαθησιακά (ίσως και γνωστικά) σε σχέση με τους μονόγλωσσους. Το μοντέλο αυτό αμφισβητήθηκε και απορρίφθηκε  από τα ερευνητικά δεδομένα τα οποία έδειξαν μια εντελώς διαφορετική εικόνα.  

Σύμφωνα με  πολύχρονες παγκόσμιες έρευνες,(Cummins 1980, 1981),η έρευνα των Portes και Hao (2002: 902) στις Η.Π.Α, (Baker, 2010: 57-58) για να αναφέρω ενδεικτικά κάποια ονόματα ερευνητών, τα δύο γλωσσικά συστήματα αλληλεπιδρούν και η γνώση μεταφέρεται από το ένα στο άλλο.  Η ανάμειξη των δύο γλωσσών είναι φυσιολογική, κάτι που βάζει τέλος στην άποψη ότι τα παιδιά μπερδεύονται ακούγοντας δύο γλώσσες γύρω τους. Όμως τα παιδιά παρατηρούν γενικώς τους διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους μπορεί να μιλούν οι άνθρωποι τριγύρω τους.

Έτσι, ακόμη κι όταν ακούν μόνο μία γλώσσα, μαθαίνουν πολύ γρήγορα τις διαφορές μεταξύ ομιλίας ανδρών και γυναικών, τις διαφορές μεταξύ του να είναι κανείς ευγενής ή αγενής, και ούτω καθεξής.

 Για τα παιδιά, λοιπόν, η δίγλωσση κατάσταση είναι απλώς σαν άλλη μία διαφορά στην ομιλία μεταξύ ανθρώπων!

Σήμερα υπάρχει γενική συμφωνία ότι  η διγλωσσία οδηγεί σε πολλαπλά πλεονεκτήματα τόσο τα παιδιά όσο και τους ενήλικες: 

 Κοινωνικά Οφέλη

Η διγλωσσία επιτρέπει την επικοινωνία με περισσότερους ανθρώπους (Τσοκαλίδου, 2008α : 193) Επίσης μέσω της διγλωσσίας υποβοηθάται η διαπολιτισμική συνεργασία σε ατομικό και θεσμικό επίπεδο, καθώς τα δίγλωσσα άτομα επικοινωνούν με άλλα δίγλωσσα ή μονόγλωσσα εντός και εκτός των συνόρων της χώρας τους.

Οικονομικά Οφέλη

Ένα άτομο που γνωρίζει πολλές γλώσσες διευρύνει τον ορίζοντα της επαγγελματικής του πορείας και βελτιώνει τη θέση του στον ανταγωνισμό με μονόγλωσσα άτομα, αφού αποκτά θεωρητικά πρόσβαση σε περισσότερα επαγγέλματα όπωσ στο εμπόριο, στον τουρισμό, στη διδασκαλία, στις μεταφράσεις, στις δημόσιες σχέσεις (Baker, 2010: 60-61).

Γνωστικά οφέλη

Η ταυτόχρονη έκθεση των νεογνών σε δύο ή περισσότερες γλώσσες  ενισχύει ιδιαίτερα τις νοητικές ικανότητες και αποτελεί μια ευεργετική μορφή εκπαίδευσης του εγκεφάλου τους (Ινστιτούτο Επιστημών Μάθησης και Εγκεφάλου,  Πανεπιστήμιο Ουάσιγκτον, Patricia Kuhl). 

ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟΥ

Σύμφωνα με την Patricia Kuhl:

1ο Οι δίγλωσσοι δεν έχουν κατ’ ανάγκη ενισχυμένο γενικό δείκτη νοημοσύνης, μνήμη, ή ακαδημαϊκή επάρκεια. Όμως, επειδή είναι πιο εξοικειωμένοι με την εναλλαγή ανάμεσα σε δύο γλώσσες, οι δίγλωσσοι τείνουν να είναι ταχύτεροι από ότι οι μονόγλωσσοι στην εναλλαγή μεταξύ συνόλων κανόνων σε άλλες καταστάσεις

Συγκρινόμενα με μονόγλωσσα παιδιά, τα δίγλωσσα παρουσιάζουν ευέλικτες νοητικές διεργασίες σε περιοχές όπως:

  • Η κατανόηση μαθηματικών εννοιών και η επίλυση προβλημάτων.
  • Οι δεξιότητες λογικής και κρίσης.
  • Η ανάπτυξη της μνήμης, η συγκέντρωση της προσοχής και η λήψη συγκροτημένων αποφάσεων.
  • Ο αυτοέλεγχος, που είναι και δείκτης καλής σχολικής επίδοσης

2ο  Οι εγκέφαλοι των δίγλωσσων βρεφών φάνηκε να παραμένουν «ανοικτοί» στην εκμάθηση γλωσσών για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα σε σύγκριση με τα μονόγλωσσα βρέφη.

H έγκαιρη συνδεσμολογία του εγκεφάλου (brain wiring) φαίνεται να είναι διαφορετική ανάμεσα σε μονόγλωσσους και δίγλωσσους μέσα στον πρώτο χρόνο της ζωής, και  τονίζουν πόσο σημαντικό είναι να έχουμε υψηλή ποιότητα αλληλεπιδράσεων και εισερχόμενα ερεθίσματα από την αρχή.

Διαπιστώθηκε ότι όσο περισσότερο ακούν  μία  γλώσσα τα παιδιά ως βρέφη, τόσο μεγαλύτερο είναι το λεξιλόγιό τους αργότερα.

Πηγές:

—  www.educationnation.com : Bilingualism is Good Brain Exercise for Kids (and Adults) by Patricia Kuhl , Sep. 14, 2011.

—  Τριάρχη-Herrmann (2000), Η διγλωσσία στην Παιδική Ηλικία. Μια Ψυχογλωσσολογική Προσέγγιση, Gutenberg, Αθήνα

—  ΔΙΓΛΩΣΣΙΑ: Εισαγωγικά στοιχεία.

—  Ασπασία Χατζηδάκη Πανεπιστήμιο Κρήτης